από τη Nadia Denelava
Η ενασχόλησή της με το τραγούδι ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, τραγουδώντας σε μικρούς χώρους του Μπρούκλιν. Ο μουσικός παραγωγός και κυνηγός ταλέντων John Hamond ήταν ο πρώτος που διέκρινε τις δυνατότητές της και οργάνωσε τις πρώτες ηχογραφήσεις της, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τον Benny Goodman. Από το 1935 ηχογραφούσε συστηματικά, αποκτώντας σταδιακά ένα ευρύτερο ακροατήριο. Υπήρξε από τις πρώτες Αφροαμερικανίδες τραγουδίστριες που συμμετείχαν σε ορχήστρα λευκών, συνεργαζόμενη με τον Artie Shaw το 1938, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940 αποτελούσε μία από τις δημοφιλέστερες τραγουδίστριες.
Η Billie Holiday, η Lady Day, όπως την είχε ονομάσει ο
συνεργάτης της Lester Young, είναι το
φωνητικό πρότυπο όλων των τραγουδιστριών της jazz και της pop, χάρη στη
μοναδική εκφραστικότητα της φωνής της και στον ιδιαίτερο τρόπο της να αρθρώνει
τις λέξεις, ήταν η πρώτη τραγουδίστρια
της jazz η οποία κατάφερε να κάνει
δημοφιλή τα "δύσκολα" blues, όπως το "Strange Fruit". Το
άλμπουμ "Lady In Satin" είναι το προτελευταίο άλμπουμ, που ηχογράφησε
η Billie Holiday το 1958, με την ορχήστρα του Ray Ellis.
Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ και μεγάλωσε στην πόλη της Βαλτιμόρης. Σε
επίσημα έγγραφα εμφανίζεται με μία πληθώρα παραλλαγών του πραγματικού ονόματός
της. Ήταν γνωστή κυρίως ως Eleanora Fagan, σύμφωνα με το
επώνυμο της μητέρας της, ωστόσο σε νοσοκομειακά έγγραφα αναφέρεται ως Eleanor
Harris (ή Elinore στο πιστοποιητικό γέννησής της). Σε
παιδική ηλικία απέκτησε το παρωνύμιοBillie, ενώ βαπτίστηκε με
το όνομα Eleanor Gough. Παράλληλα ήταν γνωστή ως Madge.
Σε εφηβική ηλικία άρχισε να κάνει συστηματική χρήση του ονόματοςBillie,
πιθανώς λόγω της εκτίμησης που έτρεφε για την ηθοποιό του βωβού κινηματογράφου
Billie Dove, ενώ αργότερα υιοθέτησε το επώνυμο του πατέρα της, ελαφρά
παραλλαγμένο από Halliday σε Holiday, με το
οποίο ξεκίνησε την επαγγελματική σταδιοδρομία της στο τραγούδι.Η ενασχόλησή της με το τραγούδι ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, τραγουδώντας σε μικρούς χώρους του Μπρούκλιν. Ο μουσικός παραγωγός και κυνηγός ταλέντων John Hamond ήταν ο πρώτος που διέκρινε τις δυνατότητές της και οργάνωσε τις πρώτες ηχογραφήσεις της, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τον Benny Goodman. Από το 1935 ηχογραφούσε συστηματικά, αποκτώντας σταδιακά ένα ευρύτερο ακροατήριο. Υπήρξε από τις πρώτες Αφροαμερικανίδες τραγουδίστριες που συμμετείχαν σε ορχήστρα λευκών, συνεργαζόμενη με τον Artie Shaw το 1938, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940 αποτελούσε μία από τις δημοφιλέστερες τραγουδίστριες.
Τα επόμενα
χρόνια τραγούδησε πολλά κομμάτια για θυελλώδεις ερωτικές σχέσεις όπως τα "T'ain't Nobody's Business If I Do" and
"My Man", που μάλιστα εικάζεται ότι
αφορούσαν κατα κύριο λόγο προσωπικά της βιώματα, αφού όλες της οι σχέσεις ήταν
συνήθως καταστροφικές και βίαιες. Παντρεύτηκε το 1941 και παρέα με την εξάρτηση
της από το αλκοόλ πρόσθεσε και αυτή του καπνίσματος όπιου, κάτι που συνήθιζε να
κάνει ο σύζυγος της James Monroe. O γάμος της δεν κράτησε για πολύ αφού
και εδώ, δέχθηκε επανειλημμένα κακοποίηση. Την ίδια χρονιά έκανε ένα μεγάλο hit
με το "God Bless the Child"
ενώ υπέγραψε με την Decca Records ( 1944). Το 1945 και πάλι σημειώνει μεγάλη
επιτυχία με το "Lover Man" ενώ
συνάπτει σχέσεις ταυτόχρονα με τον τρομπετίστα Joe Guy.
Παρέα με τον
Joe ξεκίνησε την χρήση της ηρωίνης και έτσι πρόσθεσε μια ακόμα κακή συνήθεια, σίγουρα πιο επικίνδυνη απο τις
παλαιότερες. Ο θάνατος της μητέρας της στα τέλη του 1945 την έριξε βαθιά στον
κόσμο των εξαρτήσεων, εκεί κάπου ανάμεσα στην ηρωίνη και στο αλκοόλ αφού ένιωθε
ότι ξεγελούσε έτσι τον πόνο της.
Το
αξιοσημείωτο είναι ότι παρόλα τα πολύ σοβαρά προσωπικά της προβλήματα, η Billie
Holiday συνέχιζε να είναι μια πρώτου βεληνεκούς σούπερ σταρ για τον κόσμο της
Jazz αλλά και γενικότερα της μουσικής σκηνής. Εμφανίστηκε παρέα με τον Louis
Armstrong, το είδωλο της όπως είχε παραδεχτεί, στο φίλμ New Orleans,
το 1947 και εκεί κάπου, προς τα τέλη της ίδιας χρονιάς, η εξάρτησή της από την
ηρωίνη την καθήλωσε για πρώτη φορά και καλλιτεχνικά, αφού συνελήφθη για κατοχή
και δέχτηκε ποινή κάθειρξης ενός έτους. Κάπως έτσι βρέθηκε σε κλινική
απεξάρτησης και στην οποία παρέμεινε για έναν χρόνο.
Βγαίνοντας
από την κλινική βρέθηκε αντιμέτωπη με νέα προβλήματα. Το βαρύ ιστορικό της δεν
της επέτρεπε να έχει άδεια για να μπορεί πλέον να τραγουδήσει σε κλαμπ, παρόλα
αυτά κάτω από ειδικές συνθήκες και νομικά παραθυράκια μπορούσε να τραγουδήσει
υπό προϋποθέσεις. Το εντυπωσιακό ήταν η Sold out εμφάνιση της στο Carnegie
Hall, όχι πολύ αργότερα από την επανένταξη της στον μουσικό στίβο. Η νέα
γνωριμία της με τον John Levy (ιδιοκτήτη μπαρ της Ν.Υ) ήταν το σπρώξιμο
που χρειαζόταν για να βρεθεί να παίζει στο Ebony club της Νέας Υόρκης. Ο
John έγινε αυτόματα ένας ακόμα άντρας που εκμεταλλεύτηκε την Billie κρατώντας
πιστά την παράδοση των κακών επιλογών της για συντρόφους. Κάπου τότε συνελήφθη
και πάλι για κατοχή ναρκωτικών αλλά αυτή την φορά περιέργος αθωώθηκε.
Το 1952
άρχισε να ηχογραφεί για τον Norman Granz, ιδιοκτήτη πολυάριθμων μικρών
Jazz εταιρειών, ενώ το 1954 πραγματοποίησε μια επικών διαστάσεων επιτυχημένη
τουρνέ στην Ευρώπη.
Το 1956 απασχόλησε το κοινό με τη
απόφαση της να ξεκινήσει την βιογραφία της Lady Sings the Blues (1956)
με την βοήθεια του William Dufty. Παρόλο που θεωρητικά συμμετείχε η ίδια
ενεργά σε αυτή της την βιογραφία ήταν σε πολύ κακή κατάσταση εκείνη την
περίοδο, οπότε τελικά ενδέχεται να υπάρχουν αρκετές ανακρίβειες! Όπως η ίδια
δήλωσε δεν διάβασε ποτέ το βιβλίο αυτό μετά την ολοκλήρωση του.
Το 1958
ηχογράφησε το Lady in Satin με την ορχήστρα του Ray Ellis,
δίσκος αναφορά για μια φωνή άκρως κακοποιημένη από τις καταχρήσεις και όμως
τόσο βαθιά συναισθηματική ενώ στις 25 Μαίου του 1959 πραγματοποίησε την
τελευταία της εμφάνιση στην Νέα Υόρκη. Όχι πολύ αργότερα απο αυτή της την
εμφάνιση βρέθηκε στο νοσοκομείο με επιπλοκές σε καρδιά και συκώτι. Στις 17 Ιουλίου του 1959 πέθανε από επιπλοκές
που δημιούργησαν αλκοόλ και ηρωίνη στο συκώτι. Περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι
βρέθηκαν στην κηδεία της, ανάμεσα της, μύθοι της ιστορίας της Jazz όπως οι Benny
Goodman, Gene Krupa, Tony Scott, Buddy Rogers και John Hammond.
Αλλά ,το
σημαντικό είναι ότι με
την βαθιά ,βραχνή , απέραντη ,
μελαγχολική φωνή της θα
είναι πάντα
σύμβολο για εκείνους
που τολμούν ν’αγαπούν , βίωσε τα πάντα επιβεβαιώνοντας το «
ζήν επικινδύνως» και έφυγε… Η ζεστασιά
της φωνής της θα μας
θυμίζει πάντα ιστορίες
πόνου, θλίψης ,απόγνωσης –μια γυναίκα που αγάπησε και αγαπήθηκε
πολύ- η κυρία των blues.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου